Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2010

Τρία ποιήματα του Χάρη Βλαβιανού


ΕΠΙΣΤΟΛΗ

Να βρω τον τόπο μου σε μια πρόταση, συμπαγή,
σαν να είχε σφυρηλατηθεί σε μέταλλο.
Όχι για να γοητεύσω. Όχι για να κερδίσω την υστεροφημία.
Μια ακατόνομαστη ανάγκη για τάξη, ρυθμό, μορφή'
τρεις λέξεις που εναντιώνονται στο χάος και την ανυπαρξία.

Τσέσλαφ Μίλος

Κουραστήκαμε πιά με τον θάνατο
και τη σκοτεινή του λάμψη.
Αποστηθίσαμε όλους τους πεισιθάνατους στίχους
των αυτόχειρων ποιητών -
Καρυωτάκης, Τσέλαν, Σέξτον, Μπέρρυμαν...
Μάθαμε απέξω το "Death & Co" της Πλάθ.
Γράψε επιτέλους για κάτι άλλο.
Για μια συνηθισμένη μέρα,
την επιθυμία για τάξη, γαλήνη.

Γράψε γι' αυτές τις στιγμές
που οι πέτρινες γέφυρες της φιλίας
μοιάζουν πιο ανθεκτικές
από τον φθόνο και τη μνησικακία.

Γράψε για την αγάπη,
για το ηλικιωμένο ζευγάρι
που περπατά χέρι χέρι στην προκυμαία,
για τα μακρόσυρτα καλοκαιρινά απογεύματα
που μπορούν ακόμη να υπνωτίζουν,
για τα ευθυτενή κυπαρίσσια του κήπου σου
που αψηφούν τα υπόγεια ρεύματα της τέχνης.

Γράψε για την ανεξάντλητη αντοχή
του φωτός.
________

Ο "ΡΩΣΟΣ"

όπως το αφηγείται ο R.B.

"Οι Ρώσοι είχαν λίγους γιατρούς στο μέτωπο.
Η δουλειά του πατέρα μου ήταν
μετά το τέλος της μάχης
να περιφέρεται ανάμεσα στους βαριά τραυματισμένους
και σκύβοντας πάνω απ' τον καθένα χωριστά
να τον ρωτάει: "Θέλεις να πεθάνεις μόνος
σε λίγες ώρες ή να το κάνω εγώ;"
Οι περισσότεροι απαντούσαν: "Μη με εγκαταλείψεις".
Τότε καθόταν πλάι στον ετοιμοθάνατο,
του πρόσφερε τσιγάρο
και σημείωνε σ' ένα μικρό δερματόδετο τετράδιο
τ' όνομα του, αυτό της αγαπημένης του, των παιδιών του (αν είχε),
τη διεύθυνση του και τις τελευταίες του λέξεις.
Όταν το τσιγάρο τέλειωνε
ο στρατιώτης έστρεφε το πρόσωπο του από την άλλη.
Ο πατέρας μου αποτελείωσε τετρακόσιους άντρες
κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Δεν τρελάθηκε. Ήταν όλοι άνθρωποι δικοί του.

Τα καλοκαίρια τον θυμάμαι να στέκεται στον κήπο
με τη μάνικα στο χέρι και να ποτίζει το γρασίδι με τις ώρες.
Μιλούσε στο φεγγάρι, στον άνεμο.
"Σε ακούω να μεγαλώνεις", έλεγε στην τριανταφυλλιά.
"Έρχόμαστε και φεύγουμε.
Δεν διαφέρουμε σε τίποτα.
Είμαστε μέρος ενός πράγματος.
Κατοικούμε στον ίδιο τόπο".
Όταν ήμουν δεκατριών του είπα:
"Μπαμπά, ξέρεις ότι κυκλοφορούν στην αγορά
μηχανήματα που το κάνουν αυτόματα;"
Εκείνος συνέχισε να ποτίζει το γρασίδι του".
___________

3.

Όταν αποθέτω ένα κυκλάμινο σε ορθογώνιο τραπέζι
προσθέτω στην ιδέα της τάξης
την ιδέα της ομορφιάς.
Η χειρονομία αυτή στοιχίζει λίγο.

(Τη συνιστά ο Χέρμπερτ.)

(το τρίτο από τα πέντε ποιήματα για την αστική ευαισθησία, β΄ σχεδίασμα, είκοσι χρόνια αργότερα)


(Χάρης Βλαβιανός, Διακοπές στήν πραγματικότητα, Πατάκης, Αθήνα, 2009)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου